Νεραντζιά – Citrus aurantium
Νεραντζιά
Citrus aurantium

Η νεραντζιά (Citrus aurantium), που λέγεται αλλιώς και κητρομηλιά, είναι ένα πολυετές, αειθαλές, καρποφόρο δέντρο που ανήκει στην οικογένεια των εσπεριδοειδών. Μοιάζει πολύ με την πορτοκαλιά, φτάνει σε ύψος και τα 9 μέτρα και κατάγεται από την περιοχή του Βιετνάμ. Υπάρχουν πολλές ποικιλίες και υβρίδια νεραντζιάς, με την καθεμία να εμφανίζει τα δικά της χαρακτηριστικά, ως προς τη μορφολογία του φυτού, την πρωιμότητα, την ανθεκτικότητα, την ποιότητα και την ποσότητα των καρπών. Υπάρχουν, ωστόσο, κάποια βασικά κοινά χαρακτηριστικά. Το ριζικό της σύστημα είναι αρκετά βαθύ και ανθεκτικό και στα κλαδιά παρατηρούνται μυτερά και μακριά αγκάθια. Σχηματίζει φύλλα έως και 10 εκατοστών, απλά, ωοειδή, λεία, ζωηρού πράσινου χρώματος, με χαρακτηριστικό μετρίου έως μεγάλου μεγέθους πτερύγιο στη βάση τους. Η ανθοφορία παρατηρείται την άνοιξη, σχηματίζοντας είτε μονήρη είτε σε ταξιανθίες, λευκά, πολύ αρωματικά άνθη. Αυτά, συνήθως, είναι ερμαφρόδιτα, ενώ σπανίως απαιτείται σταυρεπικονίαση με άλλη ποικιλία, λόγω ασυμβίβαστου. Συνηθίζεται, επίσης το φαινόμενο της παρθενοκαρπίας, που σε πολλές περιπτώσεις είναι και επιδιωκόμενη. Ο καρπός είναι ράγα ειδικής μορφής, που καλείται εσπερίδιο, φτάνει και τα 30 εκατοστά σε διάμετρο, έχει πορτοκαλί και συμπαγή φλοιό. Μοιάζει με αυτόν της προτοκαλιάς, αλλά ο φλοιός είναι ανώμαλος και η σάρκα πικρή. Το ενδοκάρπιο είναι πορτοκαλί χρώματος, αποτελείται από τα καρπόφυλλα ή φέτες και ενδέχεται να περιέχει σπέρματα μικρού μεγέθους. Η περίοδος ωρίμανσης των καρπών διαφέρει και εξαρτάται από την ποικιλία.

Η νεραντζιά, όπως και όλα τα εσπεριδοειδή ευδοκιμεί σε τροπικά ή υποτροπικά κλίματα. Η κάθε ποικιλία παρουσιάζει διαφορετικές απαιτήσεις. Γενικά, αντέχει πολύ στις χαμηλές θερμοκρασίες, αλλά και σε περιόδους ξηρασίας, γι’ αυτό και χρησιμοποιείται κατά κόρον ως υποκείμενο για εμβολιασμό άλλων ειδών εσπεριδοειδών. Τα ώριμα και παραγωγικά δέντρα είναι συνήθως και τα πιο ανθεκτικά. Η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία κρίνεται απαραίτητη και ενισχύει την άνθηση και την καρποφορία. Συστήνεται το κλάδεμα ως καλλιεργητική φροντίδα. Αγαπά τα καλά αεριζόμενα, βαθιά, μέσης σύστασης και καλά αποστραγγιζόμενα εδάφη. Η νεραντζιά μπορεί να προσβληθεί, αλλά όχι συχνά, από έντομα, λόγω των θερμών κλιμάτων που ευδοκιμεί, αλλά και από μύκητες, βακτήρια και ιούς. Απαιτείται συνεχής έλεγχος για τυχόν προσβολές, σωστή τήρηση συνθηκών υγιεινής και ενδεχομένως προληπτικοί ή επεμβατικοί ψεκασμοί. Πολλαπλασιάζεται κυρίως με σπόρο.

Η καλλιέργεια της νεραντζιάς στοχεύει κυρίως στη χρήση της ως υποκείμενο για εμβολιασμό σε αυτήν ποικιλιών πορτοκαλιάς, μανταρινιάς, λεμονιάς ή άλλων εσπεριδοειδών. Οι καρποί της, τα νεράντζια, δεν καταναλώνονται ωμοί, αφού έχουν πολύ στυφή και πικρή γεύση. Ωστόσο, βρίσκουν εφαρμογή σε πληθώρα συνταγών μαγειρικής και ζαχαροπλαστικής, όπως μαρμελάδες και γλυκά του κουταλιού. Εξάγεται, ακόμα, και το αιθέριο έλαιο από τα άνθη, τα φύλλα ή το φλοιό των καρπών, με πολλές εφαρμογές στην αρωματοποιεία, την παραγωγή καλλυντικών, αλλά και φαρμάκων, χάρη και στην υψηλή περιεκτικότητα σε βιταμίνη C. Πολλές σύγχρονες έρευνες έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται για τα φυτοχημικά συστατικά που περιέχονται στα διάφορα τμήματα από το δέντρο της νεραντζιάς, με ισχυρές αντιοξειδωτικές, αντικαρκινικές, αντιμικροβιακές και άλλες ιδιότητες. Τέλος, η νεραντζιά χρησιμοποιείται συχνά ως καλλωπιστικό δέντρο, χαρίζοντας όλο το χρόνο λίγο πράσινο στα μουντά πεζοδρόμια των πόλεων.

Η χορήγηση και η κατανάλωση των φυτών και των βοτάνων πρέπει πάντοτε να γίνεται με την καθοδήγηση κάποιου ειδικού ιατρού – θεραπευτή. Οι παρούσες πληροφορίες δεν αποτελούν συμβουλές για χρήση ή κατανάλωση φυτών και βοτάνων, αλλά έχουν καθαρά ενημερωτικό σκοπό.